ΕΝΑ ΡΕΒΥΘΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΟΥΚΙ ΚΑΠΟΤΕ σε έναν κήπο αγαπούσαν πολύ το τρέξιμο, όμως συνέχεια τσακώνονταν μεταξύ τους κάθε φορά που τύχαινε να παραβγούν αφού κανένας από τους δυο δεν το παραδέχονταν όταν ο άλλος τερμάτιζε πρώτος.
"Ας δούμε λοιπόν ποιος είναι ο πιο γρήγορος", τους είπε μια ωραία μέρα του καλοκαιριού το λάχανο δρομέας και τους ζήτησε να κάνουν αγώνα δρόμου: θα ξεκινούσαν μαζί από την άκρη του κήπου και όποιος θα έφτανε πρώτος στην κορυφή του κοντινότερου βουνού, θα κέρδιζε. Το ρεβύθι και το κουκί αποδέχτηκαν την πρόκληση με ενθουσιασμό και προσκάλεσαν και τα άλλα φρούτα και λαχανικά να συμμετέχουν, άλλα ως διαγωνιζόμενοι και άλλα ως θεατές.
Έτσι και έγινε. Τη μεγάλη μέρα του αγώνα, τα φρούτα και τα λαχανικά με πρώτο το ρεβύθι, το κουκί και το λάχανο πήραν θέσεις στη γραμμή εκκίνησης. Φρόντισαν μάλιστα ώστε να πάρουν και ο καθένας από ένα παγούρι νερό σε περίπτωση που διψούσαν. Μόλις το ραπανάκι τους έδωσε το σύνθημα να ξεκινήσουν, αυτά άρχισαν να ανεβαίνουν το βουνό, περνώντας μέσα από χωμάτινους ανηφορικούς δρόμους, στα πλαϊνά των οποίων υπήρχαν βράχια και έλατα. "Θέλει καλή οικονομία δυνάμεων", παραδέχθηκαν καθώς ανέβαιναν τη βουνοπλαγιά, και φρόντισαν ώστε κάθε φορά που έκαναν διάλειμμα να γεμίζουν τα πνευμόνια τους καθαρό οξυγόνο.
Αρκετή ώρα αργότερα και αφού είχαν ήδη φτάσει στα μισά της διαδρομής, πρώτο βρέθηκε το ρεβύθι. Τόσο μπροστά βρέθηκε μάλιστα, που μόλις γύρισε το βλέμμα του να δει που βρίσκονταν οι άλλοι, δεν είδε κανέναν. "Είμαι πολύ πιο γρήγορος από το κουκί", σκέφτηκε, όμως του μπήκαν σκέψεις μη τυχόν και είχε χαθεί στο βουνό. Έτσι έκανε να σκαρφαλώσει σε έναν ψηλό βράχο απ' τον οποίο θα μπορούσε να δει ως τη πεδιάδα κάτω. Καθώς όμως τον ανέβαινε, από απροσεξία του έπεσε το παγούρι με το νερό κάτω στη βουνοπλαγιά.
"Ας είναι, θα συνεχίσω χωρίς αυτό", παραδέχθηκε, όμως στενοχωρήθηκε πολύ, αφού κατάλαβε πως σύντομα χωρίς νερό θα ξέμενε από δυνάμεις. Έτσι συνέχισε την πορεία του, ώσπου κάποια στιγμή ίδρωσε και κουράστηκε πολύ. Τόσο βαρύ έγινε μάλιστα το βήμα του, που λίγα λεπτά αργότερα και προς μεγάλη του έκπληξη είδε το κουκί να το προσπερνάει. Τότε πείσμωσε και βάζοντας τα δυνατά του έτρεξε ξωπίσω του να το προλάβει.
Οι δυο τους έτρεξαν και έτρεξαν, ώσπου το ρεβύθι από την κούρασή του άρχισε να παραπατάει. Μόλις συνήλθε, λίγο μέτρα πιο κάτω βρήκε το κουκί σε μια πηγή με γάργαρο νερό, καταϊδρωμένο, να γεμίζει το παγούρι του για να πιεί.
"Εγώ θα πιω πρώτος!", του φώναξε το ρεβύθι.
"Όχι εγώ θα πιω πρώτος!", του είπε πίσω το κουκί και έπεσε ολόκληρο μέσα στην πηγή για να σιγουρευτεί ότι το ρεβύθι δεν θα του πάρει τη σειρά. Μαζί του όμως έπεσε και το ρεβύθι. Έτσι οι δυο τους βούτηξαν στη βρύση και ήπιαν το νερό με λαιμαργία, τόσο που οι κοιλιές τους φούσκωσαν και δεν μπορούσαν πια να κουνηθούν. Έπειτα είπαν να συνεχίσουν το τρέξιμό τους, όμως το βήμα τους είχε βαρύνει τόσο που δεν μπόρεσαν να πάνε ούτε μισό μέτρο παρακάτω. Με τα πολλά, ξάπλωσαν στη σκιά ενός κοντινού πλατάνου μέχρι να ξεπρηστούν, ώσπου τους πήρε γλυκά ο ύπνος. Το ένα μετά το άλλο τα φρούτα και τα λαχανικά που προηγουμένως είχαν μείνει πιο πίσω περνούσαν από μπροστά τους και ξεσπούσαν σε δυνατά γέλια.
"Μάλλον σας πήρε ο ύπνος...!", τους είπαν όταν ώρες ολόκληρες πήγαν στη γραμμή του τερματισμού να τα βρουν. Για να τους πειράξουν μάλιστα, φρόντισαν ώστε να τους δώσουν και "Βραβείο Τελευταίου Δρομέα", όμως δυσκολεύτηκαν τόσο πολύ να αποφασίσουν ποιος απ΄ τους δυο τερμάτισε τελευταίος, που τους ζήτησαν να το μοιραστούν.