ΈΝΑ ΣΑΓΚΟΥΙΝΙ ΚΑΠΟΤΕ σε μια φρουτιέρα ένιωθε εγκλωβισμένο και έψαχνε επίμονα τρόπους να αποδράσει.
“Αν κουνηθείς θα πέσει όλος ο σωρός κάτω”, του είπαν αυστηρά τα άλλα φρούτα και λαχανικά τη μέρα που αυτό έκανε την πρώτη κίνηση. Όμως προς μεγάλη του έκπληξη, μπήκε ο σπιτονοικοκύρης μέσα ο οποίος το άρπαξε και έκανε να το στύψει για να κάνει χυμό. Καθώς αυτός έψαχνε τον αποχυμωτή, το καλό μας σαγκουίνι βρήκε την ευκαιρία και απέδρασε.
Ύστερα άρχισε να περιδιαβαίνει τους δρόμους της πόλης, οι οποίοι το μάγεψαν με τα λαμπερά τους φωτάκια. Σύντομα όμως κατάλαβε ότι έξω απ’ το σπίτι έκανε κρύο, και ότι μόλις έπεφτε το σκοτάδι κάπου θα έπρεπε να βρει να περάσει το βράδυ του προστατευμένο.
Μετά από αρκετό περπάτημα, βρήκε μια παρέα άστεγων φρούτων τα οποία είχαν κάνει φωτιά μέσα σε ένα σκουριασμένο βαρέλι και τα οποία καθόντουσαν γύρω γύρω και έλεγαν ιστορίες. “Εγώ δεν έχω άλλη ιστορία να σας πω πέρα απ’ το πως έφυγα απ’ τη φρουτιέρα”, τους είπε αυτό και έκατσε μαζί τους. Αυτά το άκουσαν με πολύ ενδιαφέρον και την επόμενη μέρα αποφάσισαν όλα μαζί να αποδράσουν και από την πόλη.
Έτσι μόλις ξημέρωσε, πήγαν στα λιβάδια, να βρουν δέντρα να αποκαλέσουν σπίτι. Περπάτησαν μέσα από λάσπες και αγριόχορτα, ώσπου στο τέλος τα κατάφεραν.
Όλα, εκτός από το καλό μας σαγκουίνι, το οποίο έβρισκε πορτοκαλιές να κάνουν πορτοκάλια, όμως καμία δεν έκανε σαγκουίνι σαν αυτό. “Που πρέπει να ψάξω για να βρω το δέντρο μου;”, αναρωτήθηκε. Τα άλλα φρούτα είχαν βρει τα δέντρα τους, αλλά αυτό ένιωθε ακόμα πιο μόνο. "Ίσως να μην υπάρχει μέρος για μένα," σκέφτηκε, αλλά αρνήθηκε να τα παρατήσει.
Πήρε τον δρόμο προς έναν κοντινό λόφο, ελπίζοντας πως από εκεί θα μπορούσε να δει καλύτερα το λιβάδι για να δει που έχει άλλα δέντρα. Τότε βρέθηκε μπροστά του ένα κοράκι, το οποίο του είπε:
"Τι είσαι εσύ; Δεν μοιάζεις με πορτοκάλι”.
"Είμαι σαγκουίνι και ψάχνω το δέντρο μου," του απάντησε αυτό.
“Εγώ θα σε οδηγήσω”, του απάντησε το κοράκι, και ύστερα άνοιξε τα φτερά του. Το κοράκι το καθοδήγησε μέσα από πυκνά δάση, επικίνδυνες πλαγιές και ποτάμια που έπρεπε να διασχίσει. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, βρέθηκε αντιμέτωπο με καταιγίδες, άγρια ζώα αλλά και τη σκέψη πως ίσως θα ήταν καλύτερα να γυρίσει στη φρουτιέρα.
Μετά από μέρες, κατέληξαν σε έναν άγονο λόφο. Εκεί το κοράκι του έδειξε έναν κορμό από μια κατεστραμμένη πορτοκαλιά που την είχε χτυπήσει κεραυνός.
Το σαγκουίνι ένιωσε απελπισία. Κάθισε κάτω από τον πεσμένο κορμό και κοίταξε τον ουρανό. "Ίσως δεν υπάρχει δέντρο για μένα," είπε. "Κι αν... κι αν δεν ψάχνω το σωστό πράγμα;"
Έτσι λοιπόν έσκαψε ένα μικρό λάκκο στη γη και χώθηκε μέσα.
Λίγους μήνες μετά και έγινε το ίδιο η σαγκουινιά που έψαχνε, βρίσκοντας επιτέλους τη θέση του στον κόσμο.