ΕΝΑ ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΙ ΚΑΠΟΤΕ αγαπούσε πολύ τη μαγειρική και ήθελε με τα πιάτα του πάντοτε να καταπλήσει τους πάντες και τα πάντα. Τόσο πολύ μάλιστα αφοσιωνόταν σε αυτό που έκανε, που δεν έβγαινε σχεδόν ποτέ από την κουζίνα, με αποτέλεσμα να μην έχει φίλους μα ούτε και παρέες.
Έτσι λοιπόν, μια ωραία μέρα του φθινοπώρου τα φρούτα και τα λαχανικά του μανάβικου σκέφτηκαν ένα τέχνασμα για να το κάνουν να έρθει στην παρέα τους. Θα του ζητούσαν να τους κάνει το τραπέζι, και θα του υπόσχονταν πως αν τα φαγητά του τους άρεσαν, θα του έδιναν στο τέλος βραβείο, ώστε με αυτό τον τρόπο να το αναγκάσουν να μοιραστεί τη χαρά του μαζί τους. Έτσι και έγινε.
Τόσο ενθουσιάστηκε το καλό μας κουκουνάρι που για τη συγκεκριμένη μέρα διάβασε ώρες ατελείωτες, μέχρι να βρει τις κατάλληλες συνταγές ώστε να καταπλήξει τους πάντες. Φρόντισε μάλιστα, σε περίπτωση που δεν εντυπωσίαζε τα φρούτα και τα λαχανικά με τα ορεκτικά ή τα κυρίως πιάτα, να έχει στην άκρη τη συνταγή για ένα επιδόρπιο τόσο εκπληκτικό που δύσκολα θα του αρνούνταν το βραβείο. Μόλις δε έφτασε η μεγάλη μέρα, κλείστηκε από νωρίς το πρωί στην κουζίνα του και δεν έβγαλε άχνα, παρά μόνο άρχισε να προετοιμάζει τα πιάτα που θα σέρβιρε με μεγάλη προσοχή.
Τα φρούτα και τα λαχανικά του μανάβικου ενθουσιασμένα κάθισαν στις θέσεις τους και περίμεναν. Όταν κάποια στιγμή ο μεγάλος μάγειρας βγήκε από την κουζίνα και τους σέρβιρε, άφησε μπροστά στο καθένα ένα πιάτο με το πρώτο του αριστούργημα: ρολό με κιμά γαλοπούλας. Τα φρούτα και τα λαχανικά έγλειψαν και τα δάχτυλά τους, όμως δεν βρέθηκε κανένας να του προσφέρει το βραβείο που περίμενε. Έτσι κι αυτό γύρισε στην κουζίνα του απογοητευμένο και συνέχισε να μαγειρεύει.
"Ίσως αυτό σας κάνει να μου δώσετε το βραβείο που μου ανήκει!", τους είπε μετά από λίγη ώρα το κουκουνάρι, κουβαλώντας το δεύτερο πιάτο: φιλέτο τσιπούρας με σάλτσα μαγιονέζα. Και αυτή τη φορά τα φρούτα και τα λαχανικά του μανάβικου ξετρελάθηκαν και τα έκαναν μια χαψιά. Έτσι και την τρίτη, και την τέταρτη φορά. Ώσπου με τα πολλά, έφτασε η ώρα του επιδορπίου και το βραβείο ακόμα να φανεί.
Το κουκουνάρι πεισμωμένο κλείστηκε στην κουζίνα του με σκοπό αυτή τη φορά να τα αφήσει με το στόμα ανοιχτό, μαγειρεύοντας το πιο νόστιμο επιδόρπιο που θα μπορούσε να φτιάξει: μια λαχταριστή τούρτα σοκολάτα καραμέλα. Αυτή τη φορά όμως και για κακή του τύχη, δεν πρόλαβε να κατεβάσει τα κατσαρολικά από το ράφι για να λιώσει τη σοκολάτα και προς μεγάλη του έκπληξη το μανάβικο βυθίστηκε στο σκοτάδι. "Διακοπή ρεύματος!", φώναξαν τα φρούτα και τα λαχανικά τρομαγμένα, βγάζοντας κεριά και αναπτήρες για να βλέπουν. Μετά από λίγο όμως, και αφού είδαν πως το φως των κεριών έφτιαχνε πολύ ωραία ατμόσφαιρα για την ώρα του δείπνου, τοποθέτησαν τα κεριά σε κηροπήγια πάνω στα τραπέζια και συνέχισαν να τρώνε χωρίς να πολυνοιάζονται.
"Με συγχωρείτε, λέω απλά να κάτσω να σας κάνω παρέα μέχρι να ξανάρθει το ρεύμα", τους είπε κάποια στιγμή το κουκουνάρι όταν με τα πολλά το πήρε απόφαση πως το ρεύμα δεν έλεγε να ξανάρθε, και τράβηξε μια καρέκλα. Ύστερα τα φρούτα και τα λαχανικά άρχισαν να συζητούν μαζί του στο φως των κεριών και να καθαρίζουν τα πιάτα που τους είχε σερβίρει. Το καλό μας κουκουνάρι τόσο το ευχαριστήθηκε που ξέχασε τελείως το επιδόρπιο. Βρήκε μάλιστα την παρέα των άλλων φρούτων και λαχανικών τόσο ευχάριστη, που θα συνέχιζαν έτσι μέχρι το πρωί, αν κάποια στιγμή, ώρες ολόκληρες αργότερα, το ρεύμα δεν επέστρεφε.
"Ώρα να πάω στην κουζίνα μου για να σας κάνω το επιδόρπιο", τους είπε τότε το κουκουνάρι και έκανε να σηκωθεί από το τραπέζι. "Δεν χρειάζεται, εμείς την παρέα σου θέλουμε", του είπαν αυτά και του έδωσαν ως ανταμοιβή για τους κόπους του έναν σκούφο από χρυσάφι. Έπειτα του εξήγησαν πως όπως οι μεγάλοι μάγειρες, έτσι και αυτό θα έπρεπε να δίνει περισσότερη προσοχή στο να επικοινωνεί με όσους γεύονται τα αριστουργήματά του παρά να κλείνεται στην κουζίνα μόνο του. Το καλό μας κουκουνάρι δάκρυσε από συγκίνηση καθώς παρέλαβε και φόρεσε το βραβείο.
Από τότε έγιναν φίλοι καλοί και φροντίζουν πάντα να κρατούν καλή παρέα αναμεταξύ τους, σε ώρες φαγητού αλλά και όχι μόνο.