ΔΥΟ ΠΛΑΣΤΙΚΕΣ ΜΠΟΤΕΣ ΚΑΠΟΤΕ σε μια ντουλάπα ήταν αχώριστες και πήγαιναν παντού μαζί. "Εμείς είμαστε φτιαγμένες για τα δύσκολα", έλεγαν αναμεταξύ τους, και βάδιζαν μέσα σε βροχές και καταιγίδες χωρίς να πάρουν νερό. Όσο ανθεκτικές όμως ήταν άλλο τόσο ήταν και ψωροπερήφανες, και κάθε φορά που έβλεπαν κάποιο λουλουδάκι ή χόρτο που δεν είχε ανθίσει ακόμα καλά για την εποχή του, το πατούσαν χωρίς δισταγμό.
Ώσπου μια μέρα του φθινοπώρου που η νοικοκυρά τις φόρεσε και βγήκε μια βόλτα στο πάρκο, τσαλαπάτησαν ένα μικρό κυκλάμινο που δεν είχε ακόμη ανθίσει για τα καλά. "Αν είχε μεγαλώσει στην ώρα του όπως τα άλλα λουλούδια, θα το προσέχαμε", είπε η μια στην άλλη για να δικαιολογηθεί.
Λίγα βήματα αργότερα, η νοικοκυρά κάθισε σε ένα παγκάκι και τις έβγαλε από τα πόδια της για να ξεμουδιάσουν. "Δεν κουράστηκες να βλέπεις την δεξιά να πηγαίνει συνέχεια πρώτη;", ψιθύρισε ένα πέταλο του τσαλαπατημένου κυκλάμινου στο αυτί της αριστερής μπότας. Αυτή προβληματίστηκε πολύ που το άκουσε, αφού τόσα χρόνια πήγαιναν παρέα παντού και δεν είχε καταλάβει πως συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Έπειτα το πέταλο πήγε στη δεξιά μπότα και της ψιθύρισε στο αυτί: "Δεν κουράστηκες να σε κρατάει πίσω η αριστερή, που πάει μονίμως με τον αραμπά της;". Και αυτή παραξενεύτηκε πολύ, αφού χρόνια ολόκληρα που περπατούσαν μαζί, δεν είχε καν συνειδητοποιήσει πως πήγαινε πρώτη και η αριστερή ακουλουθούσε.
Έτσι λοιπόν, μόλις η νοικοκυρά τις ξαναφόρεσε, άρχισε η μια να παρατηρεί τον βηματισμό της άλλης. Όσο η δεξιά επιτάχυνε, τόσο η αριστερή την κρατούσε πίσω από πείσμα ώστε να βγει αυτή μπροστά. Έπειτα μόλις ερχόταν η σειρά της, η δεξιά την κρατούσε πίσω και βιαζόταν να της πάρει τη θέση. Μερικά βήματα αργότερα και η νοικοκυρά είχε κουραστεί τόσο με τον ρυθμό τους που κόντεψε να γλιστρήσει στις λάσπες και να πέσει. Μόλις βρήκε παγκάκι κάθισε και τις έβγαλε για ακόμη μια φορά για να ξεκουράσει τα πόδια της.
"Σκόπιμα το έκανες για να βγεις πρώτη", είπε αυστηρά η αριστερή στη δεξιά.
"Εσύ είσαι αυτή που αργεί σκόπιμα για να βγει μπροστά", της απάντησε η δεξιά, και έμειναν να κοιτούν η μια την άλλη.
Τότε φύσηξε ένας δυνατός άνεμος, ο οποίος παρέσυρε το πέταλο, και το έφερε ακριβώς μπροστά απ’ τις μπότες. "Έχει αλήθεια σημασία ποια θα πηγαίνει μπροστά όταν δεν νοιάζεστε για όσους δεν έχουν άλλη επιλογή απ’ το να μένουν πίσω;", τους είπε, και τους έδειξε τον χαμό που είχαν προκαλέσει, αφού με την κόντρα τους είχαν τσαλαπατήσει τα πιο όμορφα απ' τα λουλούδια του πάρκου. Έπειτα τους έδειξε το τσαλαπατημένο κυκλάμινο από το οποίο είχε φύγει, και με δάκρυα στα μάτια τους εξήγησε πως αν δεν το είχαν πατήσει, αυτό έστω και αργά θα μεγάλωνε και θα γινόταν ομορφότερο απ’ όλα τα κυκλάμινα του πάρκου. Μόλις κατάλαβαν τι χαμό είχαν προκαλέσει οι δυο μπότες στενοχωρήθηκαν πολύ και ζήτησαν συγνώμη, πρώτα από το πέταλο του κυκλάμινου, και έπειτα η μια από την άλλη.
Από εκείνη τη μέρα πήραν το πάθημά τους, όχι για το ποια θα πηγαίνει πρώτη και ποια δεύτερη, αλλά για το σεβασμό που πρέπει να δείχνουν σε όσους μένουν πίσω.