EΝΑ ΜΗΛΟ ΚΑΠΟΤΕ σε μια μηλιά αγαπούσε πολύ την ανεμελιά και το παιχνίδι με τα άλλα μήλα του δέντρου, και ευχόταν να παρέμενε για πάντα κοντά τους και πάντα νέο. Και έτσι οι μέρες περνούσαν, μαζί και οι μήνες, και λίγο που το ένοιαζε αν μεγάλωνε κι ωρίμαζε, κι αν η φλούδα του από πράσινη και άγουρη είχε γίνει κόκκινη και γυαλιστερή.
Ώσπου μια ωραία μέρα του Φθινοπώρου φύσηξε ένας δυνατός άνεμος ο οποίος έριξε το μήλο απ΄τη μηλιά. Όπως τα φέρνει η τύχη, έπεσε στο κεφάλι ενός επιστήμονα ο οποίος εκείνη τη στιγμή είχε ακουμπήσει στη ρίζα του δέντρου για να πάρει έναν υπνάκο. Μόλις το μήλο κατάλαβε τι είχε συμβεί, αμέσως σκέφτηκε να σκαρφαλώσει πίσω στο δέντρο. "Είναι μάταιο", του είπε ο επιστήμονας, "αφού ό,τι κι αν κάνεις το βάρος σου θα σε τραβάει πίσω στο έδαφος".
Αυτό πάλι ούτε να ακούει δεν ήθελε, παρά μόνο έψαχνε τρόπους να γυρίσει πίσω στα κλαδιά του δέντρου και στο παιχνίδι του με τα άλλα μήλα. Έτσι λοιπόν αγκάλιασε με τα δυο του χέρια τον κορμό και έκανε να γαντζωθεί για να αναρριχηθεί. Μάταια όμως, αφού δεν κατάφερε να φτάσει ούτε στο μισό ύψος του κορμού.
Έπειτα σκέφτηκε να πηδήξει όσο πιο ψηλά μπορούσε, αλλά είδε πως έτσι κοντούλι που ήταν, θα δυσκολευόταν πολύ να φτάσει τον κορμό του δέντρου. Έψαξε λοιπόν για κούτσουρα στον κήπο, τα οποία στοίβαξε ώστε να κάνουν σκάλα πλάι στον κορμό του δέντρου. Μόλις όμως πήρε φόρα να τα ανέβει, τα κούτσουρα γλίστρησαν, και μαζί τους και το καλό μας μήλο, το οποίο σωριάστηκε στο έδαφος.
Την τρίτη φορά θυμήθηκε πως ο αγρότης χρησιμοποιούσε μια ξύλινη σκάλα, ψηλή, με την οποία έφτανε στην κορυφή των δέντρων ως και το πιο ψηλό κλαδί. Όσο κι αν έψαξε λοιπόν στον κήπο δεν κατάφερνε να τη βρει, παρά μόνο βρήκε μια σφεντόνα που χρησιμοποιούσαν τα παιδιά του αγρότη για να πετυχαίνουν πουλιά.
Τότε σκέφτηκε να τοποθετήσει τη σφεντόνα σε μια απόσταση από τη μηλιά, και να πάρει τόση φόρα ώστε η σφεντόνα να το στείλει πίσω στα κλαδιά. "Το πλάνο σου είναι εξαιρετικό", αναφώνησε ο επιστήμονας μόλις κατάλαβε τι είχε σκαρώσει, και σκέφτηκε πως με τη δύναμη της σφεντόνας θα νικούσε το βάρος του.
Και έτσι, το καλό μας μήλο μπήκε στη σφεντόνα και τέντωσε το λάστιχό της τόσο όσο δεν πήγαινε άλλο. Έπειτα η σφεντόνα το έστειλε ψηλά στο δέντρο, κι αυτό ενθουσιάστηκε τόσο πολύ με το κατόρθωμά του που πίστεψε πως πετούσε. Μόλις όμως πέτυχε τη μηλιά την ταρακούνησε τόσο δυνατά που όλα της τα μήλα, άγουρα και γινωμένα, έπεσαν κάτω στη γη και στο κεφάλι του επιστήμονα.
Έτσι αυτό έμεινε μόνο του από ψηλά να τα κοιτάζει καθώς του χαιρετούσαν από το έδαφος. Και δεν του έμεινε άλλη επιλογή απ'το να το πάρει απόφαση, πως αν θα ήθελε να είναι κοντά τους θα έπρεπε να κατέβει απ' τη μηλιά μια για πάντα.